Μπορεί ο διεκδικητικός αγώνας των στρατιωτικών να έχει θετικό αποτέλεσμα ; Είναι ένα κρίσιμο ερώτημα  που λίγο πολύ απασχολεί όλους τους στρατιωτικούς . Από την απάντηση εξαρτάται και η τοποθέτηση υπέρ η κατά των  αγωνιστικών διεκδικήσεων. Γιατί, προφανώς , αν κάποιος πιστέψει ότι  δεν πρόκειται να κερδίσει  αγωνιζόμενος και τίποτα δεν θ’ αλλάζει γιατί να μπει στη δοκιμασία του αγώνα ; Θα προτιμήσει να μένει στο σπίτι του παρακολουθώντας τις εξελίξεις από τον καναπέ ενώ ένα κύμα μοιρολατρίας θα παραλύει κάθε υπόλειμμα διάθεσης για αντίδραση.

Αυτή την τελευταία θέση είναι αυτό που θέλει και επιδιώκει με κάθε τρόπο η κυβέρνηση γιατί γνωρίζει ότι η απογοήτευση των εργαζομένων είναι ο καλύτερος σύμμαχός της στην συνέχιση εφαρμογής των περιοριστικών πολιτικών της. Είναι ακόμα κι ο απρόσμενος συνήγορος της γιατί της δίνει τη δυνατότητα ν’ ερμηνεύει την αποχή από τους αγώνες σαν επιδοκιμασία των μέτρων φτωχοποίησης του λαού που κάθε μέρα παίρνει.

Και το επόμενο κι αναγκαίο  ερώτημα είναι θ’ αφήσουμε τη μοιρολατρία να μας καταβάλλει και να είμαστε απλά ικανοποιημένοι γιατί ακόμα  δεν έχουμε εξαθλιωθεί στον ίδιο βαθμό που έχουν εξαθλιωθεί  άλλοι συνάνθρωποί μας ;  Η απάντηση δεν μπορεί παρά Ένα είναι μια και απόλυτα κατηγορηματική. Όχι στη μοιρολατρία,  γιατί είμαστε ελεύθερα σκεπτόμενοι  άνθρωποι κι η ελευθερία μας αυτή δεν μας επιτρέπει να δεχόμαστε τις ερμηνείες ότι  τα εις βάρος μας τεκταινόμενα είναι η αναγκαία και αναπόφευκτη συνθήκη για την ανόρθωση της οικονομίας της χώρας.

Οι μνημονιακές κυβερνήσεις των τελευταίων τριών χρόνων κατάφεραν να περικόψουν τουλάχιστον κατά 50 % μισθούς και συντάξεις χωρίς να συναντήσουν ιδιαίτερα μεγάλη αποτρεπτική αντίδραση. Ακόμα προχώρησαν σε χιλιάδες απολύσεις και οδήγησαν στο κλείσιμο πολλών επιχειρήσεων. Πέρα όμως από αυτά και άλλες  «αγαθοεργίες» της (ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, κλείσιμο νοσοκομείων σχολείων κτλ) κατάφεραν  κάτι αδιανόητο για άλλες εποχές. Έβγαλαν δηλαδή τους στρατιωτικούς  στους δρόμους. Όμως τρόμαξαν πολύ μ’ αυτό τους το έργο. Είδαν τον τεράστιο κίνδυνο που εγκυμονούσε για συνέχιση της οικονομικής τους πολιτικής οι κινητοποιήσεις των στρατιωτικών και προσπάθησαν να επανορθώσουν. Τι έκαναν δηλαδή ;  Έδωσαν  τα γνωστά αντίδοτα γι αυτές τις περιπτώσεις.  Πρώτον εξαπέλυσαν ένα κύμα τρομοκρατίας στους ε.ε. με σκοπό « να συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις» και να μη ξανακατέβουν στους δρόμους. Και δεύτερον αξιοποίησαν τις  αμφιταλαντευόμενες θέσεις  εκείνων των ενώσεων αποστράτων των υπαγομένων στο Υπουργείο Άμυνας καθώς και μερικών άλλων αυτοονομαζόμενων ανεξάρτητων. Τι έκαναν αυτές οι ενώσεις ;  Μαζί με άλλους φορείς διοργάνωσαν ανοιχτές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας και διεκδίκησης. Η ανταπόκριση των στρατιωτικών ήταν μεγαλειώδης και πέρα από κάθε προσδοκία. Το μέγεθος, το πάθος κι η αγωνιστική διάθεση χρωμάτισε τις συγκεντρώσεις. Τα μηνύματα λοιπόν ήταν ευοίωνα για τη συνέχιση του αγώνα . Τι έκαναν όμως οι θεσμικές ενώσεις και οι συνοδοιπόροι τους ; Ανταποκρίθηκαν στην εξουσιοδότηση που πήραν από τους χιλιάδες στρατιωτικούς  για συνέχιση και κλιμάκωση των αγωνιστικών διεκδικήσεων ;  Δυστυχώς δεν θέλησαν να πάρουν τα μηνύματα. Το μόνο που έκαναν ήταν να κατηγορήσουν για διασπαστές της ενότητας όλους εκείνους που παρέμειναν συνεπείς στη αγωνιστική συνέχεια.  Πέρασε αρκετός καιρός από τις κινητοποιήσεις και δεν έχει ακουστεί ούτε λέξη από τις ενώσεις ΝΠΔΔ. Γιατί άραγε δεν έκαναν καμιά προσπάθεια να συνεχίσουν μόνοι τους τον αγώνα χωρίς « τους διασπαστές» ;  

Οι συγκεκριμένες επιλογές των θεσμικών και των συμμάχων τους είχε το επιθυμητό για την κυβέρνηση αποτέλεσμα. Η απογοήτευση εισχώρησε στους στρατιωτικούς  με αποτέλεσμα να αδρανοποιηθεί κάθε αγωνιστική διάθεση, ο καθένας τραβήχτηκε στον εαυτό του και παραδόθηκε στους τηλεοπτικούς προπαγανδιστές των κυβερνητικών μέτρων που κόβουν μισθούς, συντάξεις, σπρώχνουν στην ανεργία το ανθρώπινο δυναμικό της χώρας, ξεπουλούν την δημόσια περιουσία.

Είναι όμως καιρός να γυρίσουμε στο αρχικό ερώτημα και να το συμπληρώσουμε μ’ ένα άλλο. Αλήθεια όλα χάθηκαν ;  Για ν’ απαντήσουμε θα προστρέξουμε σε γνώριμες από το επάγγελμά μας αλήθειες. Μία από αυτές λέει ότι στην  έκβαση μιας μάχης κυρίαρχο ρόλο παίζει ο συσχετισμός των αντιπάλων δυνάμεων, η στρατηγική και η τακτική. Στη σημερινή συγκυρία αντίπαλες δυνάμεις είναι από τη μια τα κυβερνητικά μέτρα και από την άλλη όλοι οι εργαζόμενοι . Όσο μεγαλύτερη κι ενιαία είναι η αντίδραση των εργαζομένων, εννοείται μαζί και των στρατιωτικών, τόσο δυσκολότερη γίνεται η λήψη αντεργατικών μέτρων . Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι οι μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις των στρατιωτικών αν είχαν συνέχεια οι εξελίξεις θα ήταν διαφορετικές, θα ήταν δύσκολη έως αδύνατη η λήψη περιοριστικών οικονομικών μέτρων .  Μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας  δεν ενοχλεί ιδιαίτερα την κυβέρνηση. Όμως τις  επαναλαμβανόμενες τις φοβάται γιατί  ανατρέπουν τα εις βάρος του λαού μέτρα.

Επομένως μόνο η συνέχιση του αγώνα είναι αυτή που θα  σταματήσει τα εις βάρος των στρατιωτικών  μέτρα, γιατί αυτά θα συνεχιστούν, δεν έχουν τελειώσει  και επί πλέον θα δώσει προοπτική για λήψη άλλων μέτρων ωφέλιμων στους εργαζόμενους.  Το θετικό είναι ότι η αγωνιστική διάθεση δεν εξέλειπε από τους στρατιωτικούς. Απλά αυτή την περίοδο έχει  αδρανοποιηθεί. Η αδρανοποίηση είναι παροδική . Επαναδραστηριοποίηση θα γίνει με τις συχνές συναντήσεις όπου θα γίνεται μια παραγωγική ανταλλαγή απόψεων σκέψεων και προτάσεων . Μόνο μ’ αυτό τον τρόπο θα επανέλθει η αγωνιστικότητα και θα προχωρήσουμε σ’ αυτό που επιβάλουν οι άγριες συνθήκες των ημερών μας.

Και δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο αγώνας που δεν δίνεται είναι οριστικά και μαθηματικά χαμένος. Ενώ αυτός που θα δοθεί έχει πιθανότητες επιτυχίας  κι οι οποίες πιθανότητες  είναι ευθέως ανάλογες με την αποφασιστικότητα και τον αριθμό των στρατιωτικών  που θα μπαίνουν στον αγώνα. 

 

16/9/2013

 

Αριστείδης Γιαννόπουλος

... Download ...